Τα συμφέροντα του κεφαλαίου καθοδηγούν τις ανατροπές στο Ασφαλιστικό
Η συζήτηση περί «βιωσιμότητας»
δεν είναι ταξικά ουδέτερη
δεν είναι ταξικά ουδέτερη
Aκούμε πολλές φορές ακόμα και εργαζόμενους ή και
χαμηλοσυνταξιούχους καλοπροαίρετα να ρωτούν : Μήπως σήμερα είναι αναγκαία η
μεταρρύθμιση του Ασφαλιστικού, αφού πλέον τα Ταμεία «δεν έχουν μία» και
κινδυνεύουν να μη δίνουν συντάξεις όχι μόνο στους μελλοντικούς δικαιούχους,
αλλά και στους σημερινούς; Μήπως τελικά το επιχείρημα της βιωσιμότητας του
συστήματος που επικαλείται η κυβέρνηση έχει βάση, τώρα που τα Ταμεία χτυπήθηκαν
κι αυτά από την κρίση;
χαμηλοσυνταξιούχους καλοπροαίρετα να ρωτούν : Μήπως σήμερα είναι αναγκαία η
μεταρρύθμιση του Ασφαλιστικού, αφού πλέον τα Ταμεία «δεν έχουν μία» και
κινδυνεύουν να μη δίνουν συντάξεις όχι μόνο στους μελλοντικούς δικαιούχους,
αλλά και στους σημερινούς; Μήπως τελικά το επιχείρημα της βιωσιμότητας του
συστήματος που επικαλείται η κυβέρνηση έχει βάση, τώρα που τα Ταμεία χτυπήθηκαν
κι αυτά από την κρίση;
Καταρχήν, η επίθεση στα ασφαλιστικά δικαιώματα από την εργοδοσία
και το κράτος της δεν ξεκίνησε σήμερα, αλλά από την ίδια ώρα που αυτά
παραχωρήθηκαν στους εργαζόμενους, ανεξάρτητα από τη μορφή που έπαιρνε κάθε
φορά. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η «κλοπή» των αποθεματικών τη δεκαετία
του ’50, ο χρηματιστηριακός τζόγος τις επόμενες δεκαετίες, η εισφοροδιαφυγή και
η εισφοροκλοπή, με την ανοχή και την κάλυψη του κράτους, που είναι διαχρονικό
φαινόμενο και όχι «σημείο των καιρών» της κρίσης.
και το κράτος της δεν ξεκίνησε σήμερα, αλλά από την ίδια ώρα που αυτά
παραχωρήθηκαν στους εργαζόμενους, ανεξάρτητα από τη μορφή που έπαιρνε κάθε
φορά. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η «κλοπή» των αποθεματικών τη δεκαετία
του ’50, ο χρηματιστηριακός τζόγος τις επόμενες δεκαετίες, η εισφοροδιαφυγή και
η εισφοροκλοπή, με την ανοχή και την κάλυψη του κράτους, που είναι διαχρονικό
φαινόμενο και όχι «σημείο των καιρών» της κρίσης.
Δεν πρέπει, επίσης, να ξεχνάμε ότι η επίθεση στα ασφαλιστικά
δικαιώματα δεν κλιμακώθηκε το 2009 με την κρίση, αλλά γνώρισε «μεγάλες δόξες»
ακόμα και σε περιόδους υψηλών ρυθμών ανάπτυξης της καπιταλιστικής οικονομίας.
δικαιώματα δεν κλιμακώθηκε το 2009 με την κρίση, αλλά γνώρισε «μεγάλες δόξες»
ακόμα και σε περιόδους υψηλών ρυθμών ανάπτυξης της καπιταλιστικής οικονομίας.
Για παράδειγμα, η μεταρρύθμιση που επιχείρησε η κυβέρνηση του
ΠΑΣΟΚ με υπουργό Εργασίας τον Τ. Γιαννίτση το 2000, έγινε σε περίοδο ανάπτυξης
της ελληνικής οικονομίας. Παρ’ όλα αυτά, περιείχε ορισμένα από τα πιο άγρια
μέτρα που είχαν προταθεί έως τότε και τα οποία επανέρχονται σταδιακά,
δείχνοντας το στρατηγικό χαρακτήρα της επίθεσης στο Ασφαλιστικό και τη σημασία
που έχει για το κεφάλαιο να απαλλαγεί από τη συμμετοχή του στην Κοινωνική
Ασφάλιση.
ΠΑΣΟΚ με υπουργό Εργασίας τον Τ. Γιαννίτση το 2000, έγινε σε περίοδο ανάπτυξης
της ελληνικής οικονομίας. Παρ’ όλα αυτά, περιείχε ορισμένα από τα πιο άγρια
μέτρα που είχαν προταθεί έως τότε και τα οποία επανέρχονται σταδιακά,
δείχνοντας το στρατηγικό χαρακτήρα της επίθεσης στο Ασφαλιστικό και τη σημασία
που έχει για το κεφάλαιο να απαλλαγεί από τη συμμετοχή του στην Κοινωνική
Ασφάλιση.
Εξίσου αποκαλυπτικό είναι το γεγονός ότι πολλές από τις ανατροπές
που νομοθετήθηκαν στην Ελλάδα τα τελευταία χρόνια, ισχύουν σε άλλα κράτη – μέλη
της ΕΕ εδώ και δεκαετίες. Πολλά από αυτά, μάλιστα, δε γνώρισαν καν κρίση τα
τελευταία χρόνια, τουλάχιστον όχι σαν αυτή που γνώρισε η ελληνική καπιταλιστική
οικονομία μετά το 2009.
που νομοθετήθηκαν στην Ελλάδα τα τελευταία χρόνια, ισχύουν σε άλλα κράτη – μέλη
της ΕΕ εδώ και δεκαετίες. Πολλά από αυτά, μάλιστα, δε γνώρισαν καν κρίση τα
τελευταία χρόνια, τουλάχιστον όχι σαν αυτή που γνώρισε η ελληνική καπιταλιστική
οικονομία μετά το 2009.
Ποιος φταίει για την κατάσταση στα Ταμεία;
Ωστόσο, η κατάσταση των Ταμείων πράγματι επιδεινώθηκε στα χρόνια
της κρίσης. Αυτό, όμως, προέκυψε σαν αποτέλεσμα μιας ταξικής πολιτικής, που
στόχο είχε να φορτώσει την κρίση στις πλάτες του λαού για να σωθεί το κεφαλαίο.
Κατά τον ίδιο τρόπο, τώρα επιχειρεί να φορτώσει στο λαό την ανάκαμψη της
οικονομίας.
της κρίσης. Αυτό, όμως, προέκυψε σαν αποτέλεσμα μιας ταξικής πολιτικής, που
στόχο είχε να φορτώσει την κρίση στις πλάτες του λαού για να σωθεί το κεφαλαίο.
Κατά τον ίδιο τρόπο, τώρα επιχειρεί να φορτώσει στο λαό την ανάκαμψη της
οικονομίας.
Ετσι εξηγείται για παράδειγμα το κούρεμα των αποθεματικών των
Ταμείων με το PSI, η απουσία κάθε
πρόνοιας από την πλευρά του κράτους για όσους εργαζόμενους και
αυτοαπασχολούμενους έχασαν τη δουλειά τους την περασμένη πενταετία, η μείωση
των εργοδοτικών εισφορών, την περίοδο μάλιστα που καταγράφονταν μεγάλες
απώλειες στα έσοδα των Ταμείων από τη συρρίκνωση της απασχόλησης και τη μείωση
των μισθών, που επίσης έγινε με παρέμβαση του κράτους.
Ταμείων με το PSI, η απουσία κάθε
πρόνοιας από την πλευρά του κράτους για όσους εργαζόμενους και
αυτοαπασχολούμενους έχασαν τη δουλειά τους την περασμένη πενταετία, η μείωση
των εργοδοτικών εισφορών, την περίοδο μάλιστα που καταγράφονταν μεγάλες
απώλειες στα έσοδα των Ταμείων από τη συρρίκνωση της απασχόλησης και τη μείωση
των μισθών, που επίσης έγινε με παρέμβαση του κράτους.
Συνέβαλαν, επίσης, η διεύρυνση των ελαστικών μορφών απασχόλησης
και τα διάφορα κρατικά προγράμματα για την παροχή φτηνής εργατικής δύναμης
στους εργοδότες, όπου ο απασχολούμενους ασφαλίζεται μόνο για τον κλάδο Υγείας
και όχι για τον κλάδο σύνταξης, το χάρισμα μεγάλων οφειλών προς τα Ταμεία μέσα
από τις διάφορες ρυθμίσεις.
και τα διάφορα κρατικά προγράμματα για την παροχή φτηνής εργατικής δύναμης
στους εργοδότες, όπου ο απασχολούμενους ασφαλίζεται μόνο για τον κλάδο Υγείας
και όχι για τον κλάδο σύνταξης, το χάρισμα μεγάλων οφειλών προς τα Ταμεία μέσα
από τις διάφορες ρυθμίσεις.
Επομένως, η συζήτηση περί «βιωσιμότητας» δεν είναι ταξικά
ουδέτερη. Τα Ταμεία δεν έχουν λεφτά όχι επειδή οι εργαζόμενοι υπήρξαν ασυνεπείς
στις υποχρεώσεις τους προς το σύστημα της Κοινωνικής Ασφάλισης, αλλά επειδή το
κράτος και η εργοδοσία αντιμετωπίζουν διαχρονικά την Ασφάλιση σαν κόστος, από
το οποίο παλεύουν να απαλλαγούν.
ουδέτερη. Τα Ταμεία δεν έχουν λεφτά όχι επειδή οι εργαζόμενοι υπήρξαν ασυνεπείς
στις υποχρεώσεις τους προς το σύστημα της Κοινωνικής Ασφάλισης, αλλά επειδή το
κράτος και η εργοδοσία αντιμετωπίζουν διαχρονικά την Ασφάλιση σαν κόστος, από
το οποίο παλεύουν να απαλλαγούν.
Η προσπάθειά τους αυτή εντείνεται σε συνθήκες καπιταλιστικής
κρίσης. Από τη μια, η αναδίπλωση του κινήματος διευκολύνει να περάσουν μέτρα
που σχεδιάστηκαν χρόνια πριν. Κι από την άλλη, κράτος και εργοδοσία «καίγονται»
να διαμορφώσουν όρους για την προσέλκυση επενδύσεων, που θα βοηθήσουν στο
ξεπέρασμα της κρίσης και στην ανάκαμψη της οικονομίας.
κρίσης. Από τη μια, η αναδίπλωση του κινήματος διευκολύνει να περάσουν μέτρα
που σχεδιάστηκαν χρόνια πριν. Κι από την άλλη, κράτος και εργοδοσία «καίγονται»
να διαμορφώσουν όρους για την προσέλκυση επενδύσεων, που θα βοηθήσουν στο
ξεπέρασμα της κρίσης και στην ανάκαμψη της οικονομίας.
Λογαριάζουν σαν «κόστος» την Ασφάλιση
Η αστική τάξη και το κράτος της ποτέ δεν είδαν με καλό μάτι τη
συμμετοχή τους στην Κοινωνική Ασφάλιση, όσο κι αν κάτω από συγκεκριμένες
ιστορικές και κοινωνικές συνθήκες υποχρεώθηκαν να συγκροτήσουν οργανωμένα
ασφαλιστικά συστήματα στη συντριπτική πλειοψηφία των καπιταλιστικών κρατών.
συμμετοχή τους στην Κοινωνική Ασφάλιση, όσο κι αν κάτω από συγκεκριμένες
ιστορικές και κοινωνικές συνθήκες υποχρεώθηκαν να συγκροτήσουν οργανωμένα
ασφαλιστικά συστήματα στη συντριπτική πλειοψηφία των καπιταλιστικών κρατών.
Η Ασφάλιση, με την έννοια της Υγείας, της Πρόνοιας, αλλά και της
σύνταξης, συμβάλλει καθοριστικά στην αναπαραγωγή της εργατικής δύναμης και από
αυτήν τη σκοπιά το κράτος, σαν εκφραστής των συλλογικών συμφερόντων του
κεφαλαίου, ανέλαβε να συγκροτήσει το Ασφαλιστικό σύστημα και να χρηματοδοτήσει
εν μέρει τη λειτουργία του.
σύνταξης, συμβάλλει καθοριστικά στην αναπαραγωγή της εργατικής δύναμης και από
αυτήν τη σκοπιά το κράτος, σαν εκφραστής των συλλογικών συμφερόντων του
κεφαλαίου, ανέλαβε να συγκροτήσει το Ασφαλιστικό σύστημα και να χρηματοδοτήσει
εν μέρει τη λειτουργία του.
Ωστόσο, η Κοινωνική Ασφάλιση δεν έπαψε να λογαριάζεται σαν κόστος
από την εργοδοσία, η οποία δεν εγκατέλειψε ποτέ το στόχο να απαλλαγεί από αυτό.
Να μειώσει, δηλαδή, αυτό που η ίδια ονομάζει «μη μισθολογικό κόστος» της
εργασίας, που το μεγαλύτερο τμήμα του διαμορφώνεται τυπικά από την οικονομική
συμβολή του εργοδότη στο σύστημα της Ασφάλισης και συνταξιοδότησης του
εργαζόμενου.
από την εργοδοσία, η οποία δεν εγκατέλειψε ποτέ το στόχο να απαλλαγεί από αυτό.
Να μειώσει, δηλαδή, αυτό που η ίδια ονομάζει «μη μισθολογικό κόστος» της
εργασίας, που το μεγαλύτερο τμήμα του διαμορφώνεται τυπικά από την οικονομική
συμβολή του εργοδότη στο σύστημα της Ασφάλισης και συνταξιοδότησης του
εργαζόμενου.
Τι είναι όμως οι εργοδοτικές εισφορές; Τίποτα περισσότερο από ένα
κομμάτι της απλήρωτης δουλειάς των εργαζομένων, που οικειοποιείται ο
καπιταλιστής με την απόσπαση της υπεραξίας, στη διευρυμένη αναπαραγωγή του
κεφαλαίου.
κομμάτι της απλήρωτης δουλειάς των εργαζομένων, που οικειοποιείται ο
καπιταλιστής με την απόσπαση της υπεραξίας, στη διευρυμένη αναπαραγωγή του
κεφαλαίου.
Απ’ αυτήν τη σκοπιά, η Ασφάλιση είναι «χασούρα» για τον εργοδότη,
ακριβώς επειδή μειώνει το μέρος της υπεραξίας, δηλαδή το κέρδος που καταλήγει
στην τσέπη του και θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί για την παραπέρα διεύρυνση της
παραγωγής (άρα για την απόσπαση ακόμα μεγαλύτερης υπεραξίας), ή να κατευθυνθεί
στην αποταμίευση και στην κατανάλωση.
ακριβώς επειδή μειώνει το μέρος της υπεραξίας, δηλαδή το κέρδος που καταλήγει
στην τσέπη του και θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί για την παραπέρα διεύρυνση της
παραγωγής (άρα για την απόσπαση ακόμα μεγαλύτερης υπεραξίας), ή να κατευθυνθεί
στην αποταμίευση και στην κατανάλωση.
Ετσι, ακόμα και τις περιόδους που η οικονομική κατάσταση των
Ταμείων ήταν πολύ καλύτερη από τη σημερινή, η εργοδοσία δε σταμάτησε να αναζητά
τρόπους, για να απαλλαγεί από το «κόστος» της Ασφάλισης, είτε αρνούμενη να
εκπληρώσει τις θεσμοθετημένες υποχρεώσεις της απέναντι στο σύστημα
(εισφοροδιαφυγή – εισφοροκλοπή), είτε αξιοποιώντας τα αποθεματικά των Ταμείων,
τον ιδρώτα δηλαδή των εργαζομένων, για να στηρίξει την καπιταλιστική ανάπτυξη,
να χρηματοδοτήσει δηλαδή νέες επενδύσεις. Ολα αυτά, βέβαια, με την ενεργητική
στήριξη του κράτους, που νομοθετούσε και νομοθετεί για λογαριασμό της.
Ταμείων ήταν πολύ καλύτερη από τη σημερινή, η εργοδοσία δε σταμάτησε να αναζητά
τρόπους, για να απαλλαγεί από το «κόστος» της Ασφάλισης, είτε αρνούμενη να
εκπληρώσει τις θεσμοθετημένες υποχρεώσεις της απέναντι στο σύστημα
(εισφοροδιαφυγή – εισφοροκλοπή), είτε αξιοποιώντας τα αποθεματικά των Ταμείων,
τον ιδρώτα δηλαδή των εργαζομένων, για να στηρίξει την καπιταλιστική ανάπτυξη,
να χρηματοδοτήσει δηλαδή νέες επενδύσεις. Ολα αυτά, βέβαια, με την ενεργητική
στήριξη του κράτους, που νομοθετούσε και νομοθετεί για λογαριασμό της.
Αλλά και τα λεφτά που συνεισφέρει το κράτος, μέρος του μισθού των
εργαζομένων είναι, που αναδιανέμεται υπέρ του κεφαλαίου μέσω της φορολογίας. Να
γιατί σε τελική ανάλυση, το σύστημα της τριμερούς χρηματοδότησης στον
καπιταλισμό είναι στην πραγματικότητα …μονομερές, αφού ο μόνος που παράγει
πλούτο και άρα τις εισφορές σε όλες τους τις μορφές (εργατική, εργοδοτική,
κρατική) είναι ο εργαζόμενος.
εργαζομένων είναι, που αναδιανέμεται υπέρ του κεφαλαίου μέσω της φορολογίας. Να
γιατί σε τελική ανάλυση, το σύστημα της τριμερούς χρηματοδότησης στον
καπιταλισμό είναι στην πραγματικότητα …μονομερές, αφού ο μόνος που παράγει
πλούτο και άρα τις εισφορές σε όλες τους τις μορφές (εργατική, εργοδοτική,
κρατική) είναι ο εργαζόμενος.
Ο στρατηγικός χαρακτήρας των ανατροπών
Πού στοχεύουν οι νέες ανατροπές που κάνει τώρα η κυβέρνηση του
ΣΥΡΙΖΑ στο Ασφαλιστικό; Μειώνοντας παραπέρα τις συντάξεις και τις άλλες
ασφαλιστικές παροχές, κάνει ακόμα «φτηνότερο» το σύστημα για την εργοδοσία,
απαλλάσσοντάς την από ένα επιπλέον μέρος που το θεωρεί κόστος γι’ αυτήν, έτσι
θεωρεί την Κοινωνική Ασφάλιση. Επομένως, δημιουργεί προϋποθέσεις αύξησης του
ποσοστού κέρδους, για να επενδυθούν συσσωρευμένα κεφάλαια.
ΣΥΡΙΖΑ στο Ασφαλιστικό; Μειώνοντας παραπέρα τις συντάξεις και τις άλλες
ασφαλιστικές παροχές, κάνει ακόμα «φτηνότερο» το σύστημα για την εργοδοσία,
απαλλάσσοντάς την από ένα επιπλέον μέρος που το θεωρεί κόστος γι’ αυτήν, έτσι
θεωρεί την Κοινωνική Ασφάλιση. Επομένως, δημιουργεί προϋποθέσεις αύξησης του
ποσοστού κέρδους, για να επενδυθούν συσσωρευμένα κεφάλαια.
Ταυτόχρονα, μειώνεται και η συμμετοχή του κράτους στη
χρηματοδότηση της Κοινωνικής Ασφάλισης. Αυτό σημαίνει εξοικονόμηση χρημάτων που
με διάφορους τρόπους θα δαπανηθούν για να στηριχτεί η ανάκαμψη της οικονομίας,
με έμμεσες και άμεσες επιδοτήσεις και προνόμια στο κεφάλαιο. Συν τοις άλλοις, η
Ασφάλιση και η Υγεία είναι προνομιακό πεδίο δράσης για τα «κοράκια» των
ασφαλιστικών εταιρειών που καραδοκούν και κερδίζουν έδαφος από τη σταδιακή
αποχώρηση του κράτους.
χρηματοδότηση της Κοινωνικής Ασφάλισης. Αυτό σημαίνει εξοικονόμηση χρημάτων που
με διάφορους τρόπους θα δαπανηθούν για να στηριχτεί η ανάκαμψη της οικονομίας,
με έμμεσες και άμεσες επιδοτήσεις και προνόμια στο κεφάλαιο. Συν τοις άλλοις, η
Ασφάλιση και η Υγεία είναι προνομιακό πεδίο δράσης για τα «κοράκια» των
ασφαλιστικών εταιρειών που καραδοκούν και κερδίζουν έδαφος από τη σταδιακή
αποχώρηση του κράτους.
Να γιατί η ανησυχία της κυβέρνησης για τη βιωσιμότητα του
συστήματος της Κοινωνικής Ασφάλισης δεν εκφράζει τίποτε περισσότερο από την
έγνοια της για τη «βιωσιμότητα» των καπιταλιστικών επιχειρήσεων και την
ανταγωνιστικότητά τους, για την ανάκαμψη της καπιταλιστικής οικονομίας.
συστήματος της Κοινωνικής Ασφάλισης δεν εκφράζει τίποτε περισσότερο από την
έγνοια της για τη «βιωσιμότητα» των καπιταλιστικών επιχειρήσεων και την
ανταγωνιστικότητά τους, για την ανάκαμψη της καπιταλιστικής οικονομίας.
Μήπως όμως τα πράγματα θα αλλάξουν προς το καλύτερο για τις
συντάξεις και τις άλλες «κοινωνικές παροχές», αν η οικονομία επιστρέψει σε
ρυθμούς ανάκαμψης; Σε καμιά περίπτωση. Οι ανατροπές στο Ασφαλιστικό, όπως και
το σύνολο των αντιλαϊκών μέτρων, προκύπτουν αντικειμενικά από την ανάγκη του
κεφαλαίου να αποσπάσει το μέγιστο ποσοστό κέρδους, να κυριαρχήσει απέναντι
στους ανταγωνιστές του.
συντάξεις και τις άλλες «κοινωνικές παροχές», αν η οικονομία επιστρέψει σε
ρυθμούς ανάκαμψης; Σε καμιά περίπτωση. Οι ανατροπές στο Ασφαλιστικό, όπως και
το σύνολο των αντιλαϊκών μέτρων, προκύπτουν αντικειμενικά από την ανάγκη του
κεφαλαίου να αποσπάσει το μέγιστο ποσοστό κέρδους, να κυριαρχήσει απέναντι
στους ανταγωνιστές του.
Επομένως, η σαπίλα του συστήματος καθρεπτίζεται και στο
Ασφαλιστικό: Ενώ σήμερα η επιστήμη και η τεχνική, η ίδια η παραγωγικότητα της
εργασίας παρέχουν όλες τις προϋποθέσεις ώστε να μειωθούν τα όρια ηλικίας
συνταξιοδότησης για άνδρες και γυναίκες, να αυξηθούν οι συντάξεις και να
καταργηθεί κάθε εισφορά ασφαλισμένων και συνταξιούχων στο σύστημα της Υγείας
και της Πρόνοιας, εντούτοις τα πράγματα πάνε προς την αντίθετη κατεύθυνση.
Ασφαλιστικό: Ενώ σήμερα η επιστήμη και η τεχνική, η ίδια η παραγωγικότητα της
εργασίας παρέχουν όλες τις προϋποθέσεις ώστε να μειωθούν τα όρια ηλικίας
συνταξιοδότησης για άνδρες και γυναίκες, να αυξηθούν οι συντάξεις και να
καταργηθεί κάθε εισφορά ασφαλισμένων και συνταξιούχων στο σύστημα της Υγείας
και της Πρόνοιας, εντούτοις τα πράγματα πάνε προς την αντίθετη κατεύθυνση.
Κι αυτό συμβαίνει επειδή κριτήριο στην οργάνωση της οικονομίας και
της κοινωνίας είναι το καπιταλιστικό κέρδος και όχι οι λαϊκές ανάγκες και η
ικανοποίησή τους. Η μείωση του μη μισθολογικού κόστους για την εργοδοσία, η
απαλλαγή του κράτους από την Κοινωνική Ασφάλιση και η μετατροπή της σε ατομική
υπόθεση, είναι από τους παράγοντες που επιδρούν καθοριστικά στην
ανταγωνιστικότητα της καπιταλιστικής οικονομίας.
της κοινωνίας είναι το καπιταλιστικό κέρδος και όχι οι λαϊκές ανάγκες και η
ικανοποίησή τους. Η μείωση του μη μισθολογικού κόστους για την εργοδοσία, η
απαλλαγή του κράτους από την Κοινωνική Ασφάλιση και η μετατροπή της σε ατομική
υπόθεση, είναι από τους παράγοντες που επιδρούν καθοριστικά στην
ανταγωνιστικότητα της καπιταλιστικής οικονομίας.
Σήμερα, το σύστημα δεν μπορεί να κάνει ούτε τις ελάχιστες
παραχωρήσεις που έκανε σε παλιότερες φάσεις ανάπτυξης της οικονομίας, όπου κι
αυτές κρίνονταν πάντα στο πεδίο της ταξικής πάλης και καθορίζονταν από το
συσχετισμό δύναμης.
παραχωρήσεις που έκανε σε παλιότερες φάσεις ανάπτυξης της οικονομίας, όπου κι
αυτές κρίνονταν πάντα στο πεδίο της ταξικής πάλης και καθορίζονταν από το
συσχετισμό δύναμης.
Ο στρατηγικός χαρακτήρας των ανατροπών στην Κοινωνική Ασφάλιση δεν
προκύπτει μόνο από τις εξελίξεις στα χρόνια της κρίσης. Για παράδειγμα, το
σχέδιο Γιαννίτση αποκρούστηκε προσωρινά από τους εργαζόμενους και το λαό, αλλά
ο πυρήνας του ενσωματώθηκε σε όλες τις επόμενες μεταρρυθμίσεις και σ’ αυτή που
κάνει τώρα η κυβέρνηση.
προκύπτει μόνο από τις εξελίξεις στα χρόνια της κρίσης. Για παράδειγμα, το
σχέδιο Γιαννίτση αποκρούστηκε προσωρινά από τους εργαζόμενους και το λαό, αλλά
ο πυρήνας του ενσωματώθηκε σε όλες τις επόμενες μεταρρυθμίσεις και σ’ αυτή που
κάνει τώρα η κυβέρνηση.
Επομένως, η αντιστοίχηση των λαϊκών δικαιωμάτων με τις σύγχρονες
ανάγκες και τις δυνατότητες που υπάρχουν αντικειμενικά αυτές να ικανοποιηθούν,
προϋποθέτει ριζική ανατροπή του συσχετισμού δύναμης υπέρ των εργαζομένων και
του λαού, ανατροπής της εξουσίας του κεφαλαίου. Σ’ αυτό το στόχο χρειάζεται να
συγκεντρώνουν δυνάμεις οι εργαζόμενοι και τα σύμμαχα λαϊκά στρώματα, παλεύοντας
με επιθετικά αιτήματα να βάλουν εμπόδια στα μέτρα που χειροτερεύουν τη ζωή του
λαού, διεκδικώντας ανάκτηση των απωλειών από τα χρόνια της κρίσης.
ανάγκες και τις δυνατότητες που υπάρχουν αντικειμενικά αυτές να ικανοποιηθούν,
προϋποθέτει ριζική ανατροπή του συσχετισμού δύναμης υπέρ των εργαζομένων και
του λαού, ανατροπής της εξουσίας του κεφαλαίου. Σ’ αυτό το στόχο χρειάζεται να
συγκεντρώνουν δυνάμεις οι εργαζόμενοι και τα σύμμαχα λαϊκά στρώματα, παλεύοντας
με επιθετικά αιτήματα να βάλουν εμπόδια στα μέτρα που χειροτερεύουν τη ζωή του
λαού, διεκδικώντας ανάκτηση των απωλειών από τα χρόνια της κρίσης.
Απέναντι στη μεταρρύθμιση που ετοιμάζει η κυβέρνηση, χρειάζεται να
εκφραστεί καθολικά η αντίδραση των εργαζομένων και του λαού. Οι αγώνες του
επόμενου διαστήματος και η νέα πανεργατική απεργία χρειάζεται να ανεβάσουν τον
πήχη της ταξικής αντιπαράθεσης με την εργοδοσία και το κράτος της, με την ΕΕ
των μονοπωλίων. Η ανασύνταξη του κινήματος, η κλιμάκωση των ταξικών αγώνων σ’
αυτή την κατεύθυνση της αντιπαράθεσης στοχεύουν.
εκφραστεί καθολικά η αντίδραση των εργαζομένων και του λαού. Οι αγώνες του
επόμενου διαστήματος και η νέα πανεργατική απεργία χρειάζεται να ανεβάσουν τον
πήχη της ταξικής αντιπαράθεσης με την εργοδοσία και το κράτος της, με την ΕΕ
των μονοπωλίων. Η ανασύνταξη του κινήματος, η κλιμάκωση των ταξικών αγώνων σ’
αυτή την κατεύθυνση της αντιπαράθεσης στοχεύουν.
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 10/1/2016