ΤΟ ΕΝΙΑΙΟ ΔΩΔΕΚΑΧΡΟΝΟ ΩΣ ΙΣΤΟΡΙΚΑ ΩΡΙΜΗ ΑΝΑΓΚΑΙΟΤΗΤΑ ΑΠΕΝΑΝΤΙ ΣΤΟ ΑΣΤΙΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ

    

ΠΑΡΕΜΒΑΣΗ ΣΤΗΝ ΗΜΕΡΙΔΑ ΤΗΣ ΔΟΕ


ΘΕΜΑ:Το σχολείο που βιώνουμε το σχολείο που οραματιζόμαστε :κριτική και διεκδικήσεις
      
ΚΩΣΤΑΣ ΚΑΤΙΜΕΡΤΖΟΓΛΟΥ
6ο ΔΗΜΟΤΙΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ ΝΕΑΣ ΙΩΝΙΑΣ
ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΔΣ ΣΕΠΕ Γ.ΣΕΦΕΡΗΣ
ΗΜΕΡΙΔΑ ΔΟΕ 16/6/2016
 ΤΟ ΕΝΙΑΙΟ ΔΩΔΕΚΑΧΡΟΝΟ  ΩΣ  ΙΣΤΟΡΙΚΑ 
ΩΡΙΜΗ  ΑΝΑΓΚΑΙΟΤΗΤΑ
                              ΑΠΕΝΑΝΤΙ ΣΤΟ ΑΣΤΙΚΟ
 ΣΧΟΛΕΙΟ
Για να καταλήξουμε στο τι σχολείο  χρειάζονται
σήμερα τα παιδιά του λαού μας, πρέπει καταρχάς να συνειδητοποιήσουμε την
άρρηκτη σχέση του σχολείου με το κοινωνικό-οικονομικό πλαίσιο που αυτό
λειτουργεί, ώστε να κατανοήσουμε  το  σχολείο που βιώνουμε ως έναν από τους
μηχανισμούς στήριξης της τάξης που κατέχει τα κλειδιά της οικονομίας  και της αναπαραγωγής  του μοντέλου ανάπτυξης που αυτή η τάξη επιβάλλει
στην  υπόλοιπη κοινωνία για τη διαιώνιση
της εξουσίας της.
Η σημαντικότερη ,περιεκτική και με πολύ απλά λόγια ανάλυση για τη
διαλεκτική σχέση παιδείας – οικονομίας και κατά 
συνέπεια παιδείας- εξουσίας ειπώθηκε πριν από 2 αιώνες από τον
Φρειδερίκο Ένγκελς : « Αν η αστική τάξη
φροντίζει  για την ύπαρξη εργατών όσο
αυτοί της είναι απαραίτητοι   άλλο τόσο ενδιαφέρεται
για την εκπαίδευση των παιδιών τους  όσο  να της είναι αύριο χρήσιμα.»

Η δομή και το περιεχόμενο, λοιπόν, του σχολείου  που  «στήνει»
η αστική τάξη, και σε επίπεδο λειτουργίας και σε επίπεδο παρεχόμενων γνώσεων,
δεν μπορεί να ξεφύγει από τη βασική αντίθεση κεφαλαίου-εργασίας.  Άρα σε ένα σύστημα που στηρίζεται στην
εκμετάλλευση ανθρώπου από άνθρωπο και στο κέρδος που αυτή αποφέρει,η παιδεία θα
αποτελεί τον μηχανισμό εκείνο που θα εξασφαλίζει το απαραίτητο και χρήσιμο
δυναμικό για την τάξη που κατέχει τα μέσα παραγωγής για τη συνέχιση της
κερδοφορίας της.
Στο σημερινό επίπεδο ανάπτυξης του 
καπιταλιστικού  τρόπου  παραγωγής, το περιεχόμενο της παρεχόμενης
γνώσης από το σχολείο προς τα παιδιά των εργαζομένων  περιορίζεται 
στην προσφορά περισσότερο εφήμερων, χρηστικών πληροφοριών και
δεξιοτήτων  παρά γνώσεων . Στο επίπεδο δε
της διαδικασίας της μόρφωσης προβάλλεται μια ιδεαλιστική ή και  μεταφυσική προσέγγιση της πραγματικότητας,
μακριά από τις ταξικές αντιθέσεις που την κινούν, έτσι ώστε ο παιδαγωγούμενος
να δεχτεί ότι η μοίρα του εξαρτάται από 
το υπάρχον περιβάλλον, το οποίο και θα  πρέπει να το θεωρεί αιώνιο, ιερό και απαραβίαστο
χωρίς τη δυνατότητα ανατροπής  του.
Μια τέτοια εκπαιδευτική διαδικασία στοχεύει ώστε ο μαθητής να αποτελέσει
αύριο και σε ατομικό και σε ταξικό 
επίπεδο  το ευέλικτο,
ημιαπασχολήσιμο, ημιανασφάλιστο και συνεχώς ευκαιριακά καταρτιζόμενο και
περιπλανώμενο από δουλειά σε δουλειά δυναμικό, εξυπηρετώντας τις ανάγκες της
αγοράς, χωρίς απαιτήσεις για τον πλούτο που ο ίδιος παράγει αλλά όλως περιέργως
δεν καρπώνεται.
 Σε μια εποχή μάλιστα που τα άλματα
της επιστήμης  και της τεχνολογίας  μπορούν να του καλύψουν με τον ελάχιστο μόχθο
όλες τις βιολογικές, πνευματικές και κοινωνικές του ανάγκες αυτός να οδηγείται
στην ένδεια ,τις στερήσεις και την εξαθλίωση χωρίς να έχει αποκτήσει  μέσα από τη διδακτική πράξη την κριτική
ικανότητα να εξηγήσει το γιατί.
Εδώ ο ρόλος του εκπαιδευτικού είναι σημαντικός. Χωρίς να παραβλέπουμε τους
τρόπους χειραγώγησής του από την αστική εξουσία μέσω της εξαρτώμενης
υπαλληλικής του σχέσης μαζί της, το ερώτημα είναι:  θα ενεργήσει ως το γρανάζι αυτού του
μηχανισμού προετοιμάζοντας  τους αυριανούς
σκλάβους  της μισθωτής εργασίας,
αποδεχόμενος τις αρχές και τις αξίες αυτού του συστήματος, πειθαρχώντας  σ΄ ένα σάπιο καθεστώς  που γεννάει τη βαρβαρότητα;
Θα δικαιολογηθεί  άλλοτε
αυτοαπατόμενος  ότι μπορεί, μέσα σε αυτό
το ασφυκτικά ελεγχόμενο πλαίσιο, με την προσωπική του παρέμβαση να αλλάξει τη
δομή, τη λειτουργία και το περιεχόμενο αυτού του σχολείου χωρίς να χρειαστεί να
συγκρουστεί  πρώτα απ΄όλα συνολικά με το
σύστημα ;
Όσο επικίνδυνη είναι η επιλογή του να δεχτεί ως θέσφατο τον ταξικό διαχωρισμό
της κοινωνίας άρα και τους ταξικούς φραγμούς 
στη γνώση, προωθώντας τις αντιεπιστημονικές αντιλήψεις του κονστρουκτιβισμού
και του ιδεαλισμού  ή τις λογικές της
επιχειρηματικότητας και του ανταγωνισμού 
μέσα από τις διδακτικές πρακτικές της διαθεματικότητας και των
ευρωπαϊκών προγραμμάτων, άλλο τόσο επικίνδυνη είναι και η επιλογή του να δημιουργήσει
τάχα ένα σχολείο  κοιτίδα  «παιδαγωγικής ελευθερίας και Δημοκρατίας» με
την προσωπική του δήθεν κριτική- προοδευτική 
παρέμβαση στην ύλη και το περιεχόμενο των μαθημάτων με δικό του
αναλυτικό πρόγραμμα μέσα στα πλαίσια του Καπιταλισμού.
Και οι δύο λογικές καλύπτουν με διαφορετικούς μανδύες  την 
πολιτική της αυτονομίας της σχολικής μονάδας, μέσα από τη  διαφοροποίηση της παρεχόμενης γνώσης από
σχολείο σε σχολείο, ακόμα και από τμήμα σε τμήμα. Ανοίγουν τον δρόμο για την
αυτοχρηματοδότησή της, την ταξική της κατηγοριοποίηση και την ετοιμάζουν να
παραδοθεί  άνευ όρων στις επιχειρηματικές
επιδιώξεις  των  επίδοξων «χορήγων» της. Και οι δυο λογικές
συντελούν ώστε  το σχολείο να εμφανίζεται
ως ένας αταξικός θεσμός αποκρύπτοντας 
έτσι τις σχέσεις εκμετάλλευσης που διέπουν το σύστημα  και τις οποίες  το σχολείο καλείται να υπηρετήσει.
Στον αντίποδα του αστικού σχολείου προβάλλει, ως σύγχρονη,ώριμη, ιστορική
και αντικειμενική αναγκαιότητα  το
ενιαίο,  12χρονο, δημόσιο, αποκλειστικά  δωρεάν και υποχρεωτικό για όλα τα παιδιά
μέχρι 18 χρονών σχολείο, με ταυτόχρονη απαγόρευση της παιδικής εργασίας .
 Ένα σχολείο που την αποκλειστική
ευθύνη χρηματοδότησης και λειτουργίας του θα την έχει το κράτος  με συνεχή αύξηση των κονδυλίων  από τον κρατικό προϋπολογισμό για να
καλύπτονται οι μορφωτικές ανάγκες και απαιτήσεις  από τον διαρκώς ογκούμενο πλούτο γνώσεων της
επιστήμης και τεχνολογίας, με απαγόρευση οποιασδήποτε επιχειρηματικής
δραστηριότητας και παρέμβασης.
 Ένα σχολείο που εκτός από τις
μορφωτικές θα καλύπτει και τις σύγχρονες 
ψυχαγωγικές , αθλητικές , πολιτιστικές και καλλιτεχνικές ανάγκες και
δραστηριότητες των παιδιών, όπως και τη 
δημιουργική τους απασχόληση στον ελεύθερο χρόνο τους, με διευρυμένο
ωράριο εναρμονισμένο με  το εργασιακό
ωράριο των γονιών τους. Ένα σχολείο σε σύγχρονες αντισεισμικές και καλαίσθητες
εγκαταστάσεις  με χώρους για εργαστήρια,
άθληση,θεάτρο, μουσική,σίτιση  ακόμα και
ανάπαυση.
Ένα σχολείο που η βασική αρχή δόμησης  του αναλυτικού του προγράμματος θα είναι ο
ενιαίος χαρακτήρας του χωρίς επικαλύψεις και ταξικούς διαχωρισμούς σε βαθμίδες Δημοτικού-
Γυμνασίου-Λυκείου, ανάλογα με τις ηλικιακές φάσεις  ανάπτυξης του παιδιού και του εφήβου με πλήρη
και σωστή κατάκτηση της Γλώσσας, των τρόπων και των μεθόδων της μαθηματικής
σκέψης και της διαλεκτικής υλιστικής αντίληψης για τη φύση και την κοινωνία.
Ένα σχολείο που θα διδάσκονται οι ιδιαίτερες νομοτέλειες καθε μορφής
φυσικής ή κοινωνικής κίνησης ώστε ο μαθητής να κατανοήσει:   και
τους διάφορους τρόπους παραγωγής ως διαλεκτική συνάρτηση παραγωγικών δυνάμεων –
παραγωγικών σχέσεων και τον καθοριστικό ρόλο της πάλης των τάξεων στην εξέλιξη
και τη διαδοχή των κοινωνικών-οικονομικών σχηματισμών και του ρόλου του
κράτους  ως μηχανισμού πολιτικής
διαχείρισης των συμφερόντων  της τάξης
που κατέχει την εξουσία και την ιδιοκτησία των μέσων παραγωγής.
Ένα σχολείο γενικής παιδείας,  γνώσης
και διαπαιδαγώγησης στα ιδανικά της ειρήνης, της εθνικής ανεξαρτησίας, της
απελευθέρωσης  από τα δεσμά της μισθωτής
σκλαβιάς και της κατάργησης  της
εκμετάλλευσης ανθρώπου από άνθρωπο, στην υπηρεσία των αναγκών του εργαζόμενου
λαού, με απόφοιτους που θα έχουν 3 επιλογές: ή την είσοδο στην Ενιαία Ανώτατη Εκπαίδευση
ισότιμων πανεπιστημιακών ιδρυμάτων ή στις δημόσιες δωρεάν επαγγελματικές σχολές,
όπου και στις 2 περιπτώσεις το πτυχίο θα εξασφαλίζει τα επαγγελματικά
δικαιώματα των αποφοίτων ή στην παραγωγική διαδικασία.
 Ένα σχολείο με εκπαιδευτικούς  με μόνιμη και σταθερή δουλειά, απόφοιτους
ενιαίων παιδαγωγικών σχολών, που θα επιμορφώνονται τακτικά,  δωρεάν με απαλλαγή από τα διδακτικά τους
καθήκοντα σε Πανεπιστημιακές σχολές, και μόνιμο ιατρικό, ψυχολογικό  και βοηθητικό προσωπικό.
Το ερώτημα  που κάποιος  ίσως και καλοπροαίρετα μπορεί να μας  θέσει 
είναι αν μπορεί  αυτό  το σύστημα, αυτό το κράτος , να ικανοποιήσει
το αίτημα γι΄ αυτό το σχολείο που εμείς ονειρευόμαστε; Απαντάμε ξεκάθαρα: Δεν
είναι ότι δεν μπορεί. Είναι ότι δεν θέλει. Θα πήγαινε ενάντια στα συμφέροντά
του, θα αναιρούσε τον εαυτό του. Δεν θα έβαζε στην άκρη τις ανάγκες της αγοράς
για τις ανάγκες της εργατικής τάξης και των παιδιών της.
 Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι επειδή η
αστική τάξη δεν θέλει να δώσει ένα τέτοιο σχολείο, θα πρέπει να παραιτηθούμε
από τα όνειρα και τις επιδιώξεις μας, να υποταχτούμε στις απαιτήσεις της  και να δεχτούμε ότι η πρόταση μας δεν
είναι  ρεαλιστική.  Ίσα-ίσα που είναι η μόνη απάντηση στις
σύγχρονες λαϊκές  μορφωτικές ανάγκες  και που αναδεικνύει ταυτόχρονα και την ανάγκη
αλλαγής της εξουσίας ως μοναδική προϋπόθεση για την ίδια την επιβίωση της
εργατικής τάξης και των άλλων φτωχών λαϊκών στρωμάτων ειδικά σήμερα σε περίοδο
κρίσης του καπιταλισμού.
Η ίδια η ζωή βάζει επιτακτικά σήμερα το δίλημμα στον καθένα μας:
Ή θα
συμβιβαστούμε και θα συνταχτούμε με τις δυνάμεις της συντήρησης  του 
καπιταλιστικού συστήματος υπηρετώντας το και μέσα από το σχολείο που
αυτό επιβάλλει,…ή  θα συμμαχήσουμε με
την εργατική τάξη και θα παλέψουμε για την ανατροπή του, για να καλύψουμε και
τις σύγχρονες λαϊκές μορφωτικές ανάγκες! 
 Τρίτος δρόμος  δεν υπάρχει.

Αφήστε μια απάντηση