Σχετικά με την εγκύκλιο για τη «Λειτουργία Κέντρων Εκπαιδευτικής και Συμβουλευτικής Υποστήριξης»(ΚΕΣΥ)

Από την πρώτη στιγμή της πανδημίας, το παιδαγωγικό και επιστημονικό προσωπικό στην ειδική αγωγή και εκπαίδευση πρωτοστάτησε στη στήριξη των οικογενειών και των παιδιών που χρίζουν ειδικής αγωγής και εκπαίδευσης με κάθε μέσο, αφού σ΄αυτές τις δύσκολες συνθήκες, που δημιουργούσαν γενικευμένο άγχος, οι οικογένειες αυτές κυριολεκτικά εγκαταλείφθηκαν από το κράτος, καθώς σταμάτησε κάθε είδους επιστημονική στήριξη, αναντικατάστατη και σημαντική για την εξέλιξή τους.

Τώρα το Υπουργείο, με εγκύκλιο που εξέδωσε στις 6/5/2020, ζητά από τα ΚΕΣΥ την καταγραφή των επιπλέον αναγκών σε ειδικό εκπαιδευτικό και ειδικό επιστημονικό προσωπικό για τη διενέργεια διεπιστημονικών αξιολογήσεων, με προτεραιότητα τους μαθητές της Γ’ Λυκείου, αλλά και όσων έχουν αιτηθεί παράλληλης στήριξης, ώστε να διατεθούν συνάδελφοι από τα ειδικά σχολεία που είναι σε αναστολή.

Ταυτόχρονα ζητά την υπόδειξη επιπλέον χώρων, κατά προτίμηση σχολείων όμορων των ΚΕΣΥ, για την αποφυγή συγχρωτισμού και τη διενέργεια αξιολογήσεων.

Μαθαίνουμε, λοιπόν, με διοικητικό τρόπο την τελεσίδικη απόφαση του Υπουργείου να αναστείλει επ’ αόριστον τη λειτουργία των ειδικών σχολείων. Η εξέλιξη αυτή αποτελεί φυσικό επακόλουθο μιας πολιτικής που σχεδιάζει επί χάρτου χωρίς να εξασφαλίζει τα αναγκαία προαπαιτούμενα, όπως είναι η γενναία έκτακτη κρατική χρηματοδότηση, η μόνιμη πρόσληψη όλων των αναπληρωτών κ.τ.λ., μετακυλίοντας την ευθύνη σε καθηγητές, μαθητές και τις οικογένειες τους.

Δυστυχώς, με την εγκύκλιο αυτή το Υπουργείο στερεί από τις οικογένειες, που έχουν παιδιά με αναπηρία την ελάχιστη και αυτονόητη «εξ αποστάσεως» στήριξη που τους προσέφερε το επιστημονικό και παιδαγωγικό προσωπικό στα αδιέξοδα και τα προβλήματα που βίωσαν λόγω του εγκλεισμού.

Η αλήθεια είναι ότι η απουσία κρατικής παρέμβασης περιόρισε την προσφορά στο απολύτως ανθρώπινο, την επαφή, τη στήριξη και την αλληλεγγύη των δύο πλευρών και, ενδεχόμενα, όχι στην ουσιαστική επιστημονική στήριξη που προϋποθέτει τη δια ζώσης επαφή. Όμως ακόμα κι αυτό, στις δεδομένες συνθήκες, είναι πολύ ουσιαστικό και αναγκαίο.

Όταν λήξει σε λίγο καιρό και η σύμβαση των αναπληρωτών που εργάζονται εκεί, η διαχρονική επιλογή όλων των κυβερνήσεων μέχρι τώρα να μη διορίζουν το αναγκαίο μόνιμο επιστημονικό και παιδαγωγικό προσωπικό σε όλες τις δομές της ειδικής εκπαίδευσης θα έχει σαν αποτέλεσμα κάθε πρόταση να είναι ημίμετρο, που τελικά θα βαίνει σε βάρος των αναγκών των ίδιων των παιδιών.

Από την άλλη, στον σύνθετο, απαιτητικό τομέα της ειδικής αγωγής και εκπαίδευσης που είναι η γνωμάτευση, το Υπουργείο επιλέγει να λύσει το πρόβλημα με συνοπτικές διαδικασίες, μεταφέροντας το επιστημονικό δυναμικό από τα σχολεία στα ΚΕΣΥ.

Η μεθόδευση αυτή:

α) επιχειρεί να αντιμετωπίσει τη λίστα των παιδιών που είναι σε αναμονή, με ημίμετρα. Μια λίστα, που φυσικά προϋπήρχε της πανδημίας, λόγω της υποστελέχωσης των ΚΕΣΥ και απλά μεγάλωσε εξαιτίας των έκτακτων μέτρων.

β) ανοίγει τον δρόμο για την παγίωση αρνητικών αλλαγών στα εργασιακά δικαιώματα των συναδέλφων, τη μετακίνηση του προσωπικού, την ελαστικοποίηση των εργασιακών σχέσεων.

Τώρα και όχι αύριο το Υπουργείο Παιδείας να ικανοποιήσει τα δίκαια αιτήματα και τις διεκδικήσεις των εκπαιδευτικών σωματείων, να στηρίξει ουσιαστικά τον ευαίσθητο τομέα της Ειδικής Αγωγή.

Γι’ αυτό απαιτούμε:

Γενναία αύξηση της κρατικής χρηματοδότησης για να καλυφθούν τόσο οι έκτακτες ανάγκες που προκύπτουν από την πανδημία, όσο και οι διαχρονικές ελλείψεις που βασανίζουν την ειδική εκπαίδευση.

Μονιμοποίηση όλων των αναπληρωτών όλων των ειδικοτήτων που εργάζονται στην ειδική εκπαίδευση, που η ίδια η πραγματικότητα δείχνει ότι υπολείπονται των πραγματικών αναγκών που υπάρχουν

. • Πλήρης στελέχωση των ΚΕΣΥ με μόνιμο προσωπικό ώστε να καταργηθούν οι λίστες αναμονής των παιδιών και να γίνονται οι διεπιστημονικές γνωματεύσεις με αποκλειστική ευθύνη του φορέα, σε άμεσο χρόνο από τον εντοπισμό του προβλήματος.

Ίδρυση και λειτουργία όλων των ειδικών δομών (σχολεία, τμήματα ένταξης) ώστε να καλυφθούν όλες οι ανάγκες.

Λήψη όλων των αναγκαίων μέτρων για την υγιεινή και ασφάλεια των συναδέλφων που θα ξεκινήσουν τη διαδικασία των αξιολογήσεων (ατομικά μέσα, μάσκες, γάντια, αντισηπτικά, καθαριότητα χώρων κ.τ.λ.) με ευθύνη του Υπουργείου Παιδείας.

Επισημαίνουμε επιπλέον ότι, με βάση την εγκύκλιο του Υπουργείου, καμία μετακίνηση συναδέλφου δεν είναι υποχρεωτική, καμία επιβολή – πίεση για υποχρεωτική δήλωση στις Περιφερειακές Διευθύνσεις δε θα γίνει αποδεκτή.

Αφήστε μια απάντηση