Οι ανάγκες των εκπαιδευτικών και των μαθητών δεν χωράνε στην «λογιστική των ωρών» του σχολείου Φίλη-Γαβρόγλου.
«Φέτος το πρώτο σχολικό κουδούνι, είναι κουδούνι θριάμβου της λειτουργίας μας τα τελευταία δύο χρόνια…μικρά κενά θα λυθούν τις επόμενες εβδομάδες» Κώστας Γαβρόγλου, δηλώσεις στην 82η ΔΕΘ, 8 Σεπτέμβρη 2017
«Το ποσοστό των ολοήμερων σχολείων που λειτουργούν με πλήρες πρόγραμμα για όλες τις τάξεις ανέρχεται στο 50% βελτιούμενο» Κώστας Γαβρόγλου, συνάντηση με ΔΣ ΔΟΕ, 28 Σεπτέμβρη 2017
Έχουν περάσει ήδη δυο μήνες από την έναρξη της σχολικής χρονιάς κι ενώ η κυβέρνηση επιχειρεί να παρουσιάσει μια εικόνα «θριάμβου» για τον «ομαλό» τρόπο με τον οποίο αυτή έγινε, η πραγματικότητα τη διαψεύδει οικτρά. Σχολεία που υπολειτουργούν λόγων των χιλιάδων κενών που υπάρχουν ακόμα, που δυσκολεύονται να καλύψουν τις λειτουργικές τους ανάγκες λόγω της χρόνιας υποχρηματοδότησης, ολοήμερα τμήματα δημοτικών σχολείων που δεν λειτουργούν καθόλου, ολιγομελή τμήματα ΕΠΑΛ που έχουν κλείσει, γονείς που βάζουν το χέρι στην τσέπη ακόμα και για φωτοτυπικό χαρτί, είναι μερικές από τις πλευρές της πραγματικής εικόνας που βιώνουμε αυτή τη στιγμή στην εκπαίδευση.
Διανύουμε τη δεύτερη χρονιά εφαρμογής των αναδιαρθρώσεων στο Δημοτικό Σχολείο και τα αποτελέσματα έχουν ήδη φανεί. Η αρχιτεκτονική του νέου ολοήμερου Δημοτικού, του Ν. Φίλη και της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ, υπηρετεί την αντιδραστική ευελιξία και τις μνημονιακές περικοπές. Ευελιξία στο πρόγραμμά του, στα διδακτικά αντικείμενα, στο εκπαιδευτικό προσωπικό, στον αριθμό των αναγκαίων εκπαιδευτικών, στις δομές του, ώστε να μπορεί να προσαρμόζεται εύκολα και γρήγορα στους οικονομικούς δείκτες και τις κάθε φορά στοχεύσεις της καπιταλιστικής αναδιάρθρωσης.
Η απουσία μόνιμων διορισμών εδώ και εφτά χρόνια και η επέκταση της ελαστικής εργασίας με την αύξηση των αναπληρωτών πλήρους και μειωμένου ωραρίου θεωρείται πια ως «κανονικότητα». Εκτός από το πρόβλημα της λειτουργίας των σχολείων, είναι πολύ σοβαρό το γεγονός ότι εμπεδώνεται ως λογική ο ευέλικτος εργασιακά και αναλώσιμος εκπαιδευτικός, ο οποίος μάλιστα σύμφωνα με τις νεοσυντηρητικές απόψεις που κυκλοφορούν στην «πιάτσα» της εκπαιδευτικής πολιτικής, είναι πιο αποδοτικός και αποτελεσματικός, γραμμή που μια χαρά υλοποιεί η κυβέρνηση με την πολιτική της. Η υπογράμμιση από τους υπερεθνικούς οργανισμούς ότι το 80% των δημόσιων δαπανών για την εκπαίδευση αντιστοιχεί στη μισθοδοσία των εκπαιδευτικών δείχνει μια σαφή κατεύθυνση όσον αφορά και στον «εξορθολογισμό» των οικονομικών της εκπαίδευσης και της διαχείρισης του προσωπικού τους: είναι ένα «βάρος» από το οποίο το δημόσιο πρέπει να απαλλαγεί.
Οι συντηρητικές αναδιαρθρώσεις και τομές που γίνονται σε αυτήν προσθέτουν έναν ακόμα βραχνά στην ήδη καθημαγμένη από την οικονομική κρίση και τις μνημονιακές επιταγές εργαζόμενη πλειοψηφία: από το γονιό που έχει παιδί που χρειάζεται ειδικό παιδαγωγό και τον πληρώνει από την τσέπη του γιατί οι προσλήψεις στο δημόσιο σχολείο δεν επαρκούν, μέχρι τον φοιτητή που βλέπει το πτυχίο του να κουρελιάζεται κάτω από τον οδοστρωτήρα των κύκλων σπουδών του νόμου για τα ΑΕΙ. Από τον μαθητή του ΕΠΑΛ που αναγκάζεται να μετακινηθεί μακριά από το σπίτι του για να φοιτήσει στην ειδικότητά του, μέχρι τον αναπληρωτή εκπαιδευτικό που διαθέτει το μεγαλύτερο μέρος του μισθού του για να βρει στέγη στον τόπο πρόσληψής του, αν δεν αναγκαστεί τελικά σε παραίτηση όπως έγινε σε κάποιες περιπτώσεις.
Το κράτος δεν έχει πλέον την υποχρέωση να τοποθετεί συγκεκριμένες ειδικότητες εκπαιδευτικών ούτε δάσκαλο στο ολοήμερο, αλλά μπορεί να χειρίζεται το εκπαιδευτικό προσωπικό που έχει κατά το δοκούν και έτσι να γλυτώνει μεγάλο αριθμό προσλήψεων. Οι ώρες των εικαστικών, της μουσικής, της θεατρικής αγωγής, της γυμναστικής, είναι ώρες που δεν καλύπτονται υποχρεωτικά από την αντίστοιχη ειδικότητα. Οι ώρες της ευέλικτης ζώνης δεν καλύπτονται υποχρεωτικά από το δάσκαλο, αλλά από όποιον υπάρχει διαθέσιμος. Ταυτόχρονα, θεσμοθετήθηκε η δυνατότητα αλλαγής των διδακτικών αντικειμένων στο ωρολόγιο πρόγραμμα λόγω ελλείψεων σε προσωπικό.
Ο στόχος των περικοπών υπηρετείται και από ορισμένες ακόμα αντιεκπαιδευτικές μεταρρυθμίσεις. Οι υποχρεωτικές μετακινήσεις μαθητών ώστε να γίνεται ευέλικτη διαχείριση του μαθητικού πληθυσμού, που θεσμοθέτησε το ΠΔ 79, καθώς και οι ανατροπές στη νομοθεσία για την ειδική αγωγή, διευκολύνουν την αύξηση των μαθητών στα τμήματα και τη μείωση των τμημάτων σε πανελλαδική κλίμακα. Σ’ αυτό αξίζει να προσθέσουμε και τη μείωση των διδακτικών ωρών των μαθητών, χωρίς αντίστοιχη μείωση του διδακτικού ωραρίου των εκπαιδευτικών.
Άλλο ένα μεγάλο μέτωπο, που αποτελεί και βασικό πυλώνα της συντηρητικής αναδιάρθρωσης, είναι φυσικά εκείνο της αξιολόγησης, σχολείων, σχολών, εκπαιδευτικών και εκπαιδευομένων. Σύμφωνα με το χρονοδιάγραμμα του Υπουργείου Παιδείας, η αρχή θα γίνει με την αυτοαξιολόγηση των σχολείων και την αξιολόγηση των στελεχών της εκπαίδευσης, ενώ ήδη έχει αναβαθμιστεί θεσμικά με νόμο η Αρχή Διασφάλισης της Ποιότητας Πρωτοβάθμιας και Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης (ΑΔΙΠΠΔΕ). Η αυτοαξιολόγηση πηγαίνει χέρι –χέρι με την αυτονομία της σχολικής μονάδας και τη λογοδοσία των φορέων της εκπαίδευσης, βασικό νεοσυντηρητικό ιδεολόγημα, με το οποίο οι ευθύνες για την «αποτελεσματική» ή όχι λειτουργία της εκπαίδευσης μεταφέρεται κατά κύριο λόγο στους εκπαιδευτικούς. Με την περίφημη αξιολόγηση των στελεχών, η κυβέρνηση θέλει να δείξει επικοινωνιακά ότι δεν θέλει να αξιολογήσει αρχικά τον μάχιμο εκπαιδευτικό. Όμως όταν μιλάμε για 20.000 εκπαιδευτικούς, ανάμεσα στους οποίους εννοεί ακόμα και τους υποδιευθυντές των σχολείων ή και τις προϊσταμένες των νηπιαγωγείων (!) καταλαβαίνουμε πολύ καλά ότι ανοίγει η κερκόπορτα της ατομικής αξιολόγησης, που είναι η βασική στόχευση.
Μια άλλη παράμετρος είναι η αξιολόγηση των μαθητών. Σύμφωνα με την επιτροπή που συγκροτήθηκε από τον Γαβρόγλου μετά τη δημοσιοποίηση των αποτελεσμάτων του διαγωνισμού PISA, βασικού εργαλείου του ΟΟΣΑ για το πέρασμα των πολιτικών του στην εκπαίδευση και που στοιχεία του πορίσματός της είδαν πριν από μερικές μέρες το φως της δημοσιότητας, «δεν είναι αποτελεσματική η αξιολόγηση των μαθητών, αφού γίνεται μηχανιστικά και διεκπεραιωτικά». Να θυμίσουμε εδώ ότι οι επιδόσεις των μαθητών αποτελούν βασικό δείκτη της αξιολόγησης του εκπαιδευτικού.
Τέλος, σοβαρή πλευρά είναι η οικονομική ασφυξία των σχολείων που έχει επιβάλλει η μνημονιακή λιτότητα. Πολλά σχολεία με δυσκολία καλύπτουν τις καθημερινές λειτουργικές τους ανάγκες. Το κενό έρχονται να καλύψουν τα πλήθος προγράμματα και χορηγίες, τα οποία κατακλύζουν στην κυριολεξία τα σχολεία, στο όνομα της καινοτομίας. Με μεμονωμένες χρηματοδοτήσεις, με αντάλλαγμα κάποια αναλώσιμα ή κάποια μικρή βελτίωση των κτιριακών υποδομών, επιχειρηματικοί όμιλοι όπως του Λάτση και του Νιάρχου έχουν βάλει για τα καλά πόδι στα σχολεία. Για τη φετινή σχολική χρονιά έμφαση δίνεται από το ίδρυμα Λάτση σε προγράμματα που θα προωθούν την επιχειρηματικότητα των μαθητών, που σύμφωνα με την ΕΕ η Ελλάδα έχει μείνει πίσω στην προώθησή της στην εκπαίδευση. Οι μαθητές καλούνται να φτιάχνουν business plan, να εξοικειώνονται με έννοιες της οικονομίας, της καπιταλιστικής φυσικά, και να «συνδέουν τη σχολική ζωή με πραγματικές καταστάσεις της ζωής μέσω βιωματικών δράσεων». Όσο για το ίδρυμα Νιάρχου, αλωνίζει στην κυριολεξία τα σχολεία, ειδικά του κέντρου της Αθήνας, με προγράμματα σίτισης για τα παιδιά που είναι χτυπημένα από την οικονομική κρίση.
Είναι γεγονός ότι μπροστά σε μια τέτοια επίθεση σε βάθος και σε έκταση σε όλες τις βαθμίδες της εκπαίδευσης, η κατάσταση του κινήματος δεν είναι η καλύτερη, παρόλο που πλευρές των αναδιαρθρώσεων δεν έχουν υλοποιηθεί, τουλάχιστον με τον τρόπο που θα ήθελε η κυβέρνηση, χάρη στην παρέμβαση του εκπαιδευτικού κινήματος. Το τελευταίο διάστημα αυξάνουν οι κινητοποιήσεις σε διευθύνσεις εκπαίδευσης και περιφερειακές διευθύνσεις, που αναδεικνύουν τα θέματα των ελλείψεων σε προσωπικό στη γενική εκπαίδευση και στην ειδική αγωγή, των προβλημάτων των ελαστικά εργαζόμενων εκπαιδευτικών και την ανάγκη των μόνιμων διορισμών, του κλεισίματος των ολιγομελών τμημάτων των ΕΠΑΛ, των συμπτύξεων τμημάτων, των αναγκών των σχολείων. Στις 29 Σεπτέμβρη, πραγματοποιήθηκε συγκέντρωση στο Υπουργείο Παιδείας από τα πρωτοβάθμια σωματεία των εκπαιδευτικών, ενώ το επόμενο διάστημα πραγματοποιούνται Γενικές Συνελεύσεις των εκπαιδευτικών στην Πρωτοβάθμια και Δευτεροβάθμια εκπαίδευση.
Είναι ανάγκη να βρούμε εκείνους τους δρόμους που θα μετατρέψουν τον θυμό, την αναμονή, την απογοήτευση, την αποσπασματική διεκδίκηση, όλα αυτά που αυτή την περίοδο συνθέτουν την εικόνα της κατάστασης του εκπαιδευτικού κινήματος, σε γενικευμένη και συνολική αντιπαράθεση για να ραγίσει η βιτρίνα της «ομαλότητας» και της «εξόδου από την κρίση», να μπουν φραγμοί στη μνημονιακή βαρβαρότητα, να ηττηθεί η πολιτική της κυβέρνησης και της ΕΕ.
Για ένα νέο μορφωτικό σχέδιο απελευθερωτικής παιδαγωγικής και κοινωνικής χειραφέτησης με συλλογικές ριζοσπαστικές πρακτικές, στην τάξη και το σχολείο.
Το ζήτημα της μόρφωσης είναι άμεσα συνδεδεμένο με το ζήτημα της δημοκρατίας και της εργασίας, αλλά και της ελεύθερης, αξιοβίωτης ζωής. Ο αγώνας για μια απελευθερωτική παιδεία διεκδικεί να κυριαρχούν οι ανάγκες της κοινωνικής πλειοψηφίας στο τι, πώς, με ποιο τρόπο και για ποιο σκοπό μαθαίνουμε καθώς και στο τι, πώς, για ποιο σκοπό και με ποιο τρόπο παράγουμε και συμμετέχουμε ταυτόχρονα στη συλλογική κοινωνική και πολιτική ζωή. Το ζήτημα της μόρφωσης είναι άμεσα συνδεδεμένο με το ζήτημα της δημοκρατίας και της εργασίας, αλλά και της ελεύθερης, αξιοβίωτης ζωής.
Παρά τη ρητορική για τη σημασία της γνώσης και της εκπαίδευσης στο σύγχρονο κόσμο, στην πράξη ο καπιταλισμός της κρίσης και της κανιβαλικής προσπάθειας υπέρβασής της προς όφελος του κεφαλαίου, οδηγεί στην καταστροφή του δικαιώματος στη μόρφωση για το πλειοψηφικό κομμάτι της νέας γενιάς. Το σημερινό σχολείο κυριαρχείται από τον ανταγωνισμό και από την επιδίωξη της εργασιακής ευελιξίας – κινητικότητας, με μια ρηχή και υποκριτική αναφορά στην αναγνώριση της διαφορετικότητας και γενικόλογων ανθρωπιστικών αξιών, σε έναν κόσμο ωστόσο όπου κυριαρχεί η επιχειρηματικότητα, η εκμετάλλευση και ο ρατσισμός. Σε αυτή τη βάση, η παιδαγωγική πράξη οργανώνεται από λίστες τυποποιημένων και τεχνοκρατικών στόχων μάθησης, ενώ η όποια οικειοποίηση θεματικών της προοδευτικής εκπαίδευσης (π.χ. μέθοδος project) από τον επίσημο παιδαγωγικό λόγο αναφέρεται στην οικονομίστικη επιδίωξη της ανάπτυξης πολυλειτουργικών εργαζομένων στα πλαίσια των ευέλικτων εργασιακών σχέσεων.
Αντίθετα, το σχολείο της χειραφετητικής παιδείας ξεκινάει από διαφορετικές παραδοχές για τους παιδαγωγικούς στόχους του σχολείου και σε αυτή τη βάση καθορίζει το περιεχόμενο του, τις διαδικασίες μάθησης και το ρόλο των εκπαιδευτικών.Το δωδεκάχρονο ενιαίο, δημόσιο και δωρεάν σχολείο οφείλει να αναπροσαρμόσει και τους παιδαγωγικούς σκοπούς του. Ένα ενιαίο σχολείο δεν μπορεί να βάζει κανένα εμπόδιο στη συνεχή και απρόσκοπτη διαδικασία φοίτησης του μαθητή σε αυτό. Δεν μπορεί να έχει εξετάσεις κατάταξης, απόρριψης, ή βαθμολογία ως εργαλεία εσωτερίκευσης της αποτυχίας του. Στόχος του ενιαίου σχολείου θα είναι «να μαθαίνουν» όλα τα παιδιά κι όχι να πιστοποιήσει ποια δεν μπορούν να μάθουν ώστε να τα αποκλείσει. Γι’ αυτό θα ασχολείται με την εξεύρεση τρόπων, μεθόδων και εργαλείων για το πρώτο κι όχι για το δεύτερο.
Ασκώντας κριτική στο σημερινό εκπαιδευτικό σύστημα που βρίσκεται μακριά από τις ανάγκες της νεολαίας διατυπώνουμε μια συνολική εκπαιδευτική πρόταση. Για μια αποκλειστικά δημόσια, δωρεάν, δημοκρατική εκπαίδευση όλων των παιδιών, με δίχρονη προσχολική αγωγή και ενιαίο δωδεκάχρονο σχολείο. Για πραγματική δυνατότητα ελεύθερης πρόσβασης σε μια ενιαία πανεπιστημιακή εκπαίδευση αλλά και τη δυνατότητα ελεύθερης πρόσβασης στο δημόσιο, δωρεάν, σύστημα επαγγελματικής εκπαίδευσης μετά το δωδεκάχρονο σχολείο, για όσα επαγγέλματα δεν απαιτείται πανεπιστημιακή μόρφωση. Για μια κοινωνία που η μόρφωση θα αναδύεται από όλους τους αρμούς της και θα εξασφαλίζει όλους τους υλικούς πόρους, ώστε καθεμία και καθένας να έχει πρόσβαση σε όποιο κομμάτι της εκπαίδευσης επιθυμεί, όποτε το επιλέξει.
Μιλάμε για δωρεάν και δημόσιο χαρακτήρα του σχολείου και όλης της εκπαίδευσης. Με την πλήρη κατάργηση της ιδιωτικής εκπαίδευσης και με αυξημένες κοινωνικά παροχές για τα παιδιά της εργατικής τάξης και τις κυριαρχούμενες κοινωνικές ομάδες. Σίτιση, στέγαση, μεταφορά, ιατροφαρμακευτική περίθαλψη και ταυτόχρονα το σύνολο των πολιτιστικών και αθλητικών δραστηριοτήτων στις οποίες εμπλέκονται τα παιδιά και είναι αναγκαίες για την ισόρροπη και ολοκληρωμένη ανάπτυξη τους, πρέπει να παρέχονται στο δημόσιο σχολείο. Αντιλαμβανόμαστε το δημόσιο δωρεάν σχολείο ως ένα ευρύτερο μορφωτικό κέντρο για τις εργατικές και αγροτικές περιοχές, ένα κέντρο πολιτισμού και για τη νέα γενιά και για τους γονείς τους, ένα συλλογικό κοινωνικό αγαθό που ανήκει στην ίδια την εργαζόμενη πλειοψηφία.
Από αυτή την άποψη, η νέα σχολική δομή απαιτεί γενναία δημόσια χρηματοδότηση, με μείωση των μαθητών ανά τμήμα, με σύγχρονη υλικοτεχνική υποδομή, με βιβλιοθήκες, εργαστήρια, χώρους άθλησης και πολιτισμού, με πολλαπλές αντισταθμιστικές εκπαιδευτικές δομές και κοινωνικές υπηρεσίες τόσο για τους πιο αδύναμους κοινωνικά μαθητές, για τα παιδιά με αναπηρία και ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες, όσο και για τα παιδιά των μεταναστών.
Κεντρικός παιδαγωγικός σκοπός είναι η διαμόρφωση ανθρώπων με ισόρροπη σωματική, γνωστική, ηθική και καλλιτεχνική ανάπτυξη. Ανθρώπων που καλλιεργούν τη σωματική τους ευεξία, κατακτούν ακαδημαϊκές και τεχνικές γνώσεις και ικανότητες που αναφέρονται στους βασικούς κλάδους της παραγωγής, δηλαδή πολυτεχνική μόρφωση. Ανθρώπων που προσπαθούν συστηματικά να προσεγγίσουν ιδανικά όπως η συντροφικότητα, η αυτοθυσία για το δημόσιο συμφέρον και η γενναιότητα της υπέρβασης του ατομικισμού, που εκτιμούν και απολαμβάνουν τις καλλιτεχνικές μορφές έκφρασης.
Αυτός ο παιδαγωγικός σκοπός και ευρύτερα το ενιαίο 12χρονο δωρεάν δημόσιο σχολείο προϋποθέτει και μια διαφορετική αντίληψη για τον εκπαιδευτικό και το ρόλο του. Στον κυρίαρχο εκπαιδευτικό λόγο ο εκπαιδευτικός, αν δεν είναι πλήρως απαξιωμένος και δυσφημισμένος, όπως όλοι οι εργαζόμενοι στο δημόσιο, οφείλει να λειτουργεί απλώς ως αποτελεσματικός τεχνικός συγκεκριμένων διδακτικών αντικειμένων για την επίτευξη μετρήσιμων αποτελεσμάτων, χωρίς να θέτει ενοχλητικά ερωτήματα γύρω από τη φύση του αναλυτικού προγράμματος, το κοινωνικά καθορισμένο περιεχόμενο της σχολικής γνώσης και τον προσανατολισμό της κυρίαρχης εκπαιδευτικής πολιτικής. Οφείλει να επιδεικνύει όλα εκείνα τα επιθυμητά γνωρίσματα που τυποποιούν οι λίστες αξιολόγησης του εκπαιδευτικού έργου, να ανταγωνίζεται τους συναδέλφους του και την ίδια στιγμή να αποδέχεται ως κάτι αυτονόητο τον διοικητισμό και την εκπαιδευτική ιεραρχία. Οφείλει, επομένως, να είναι μόνιμα υπό καθεστώς φόβου και να λειτουργεί ως απλός υπάλληλος και διεκπεραιωτής ενός παιδαγωγικού σχεδίου που έχει διαμορφωθεί από το κράτος και τους διανοούμενούς του.
Σε αυτή την οπτική η χειραφετητική παιδεία και το ενιαίο δωδεκάχρονο σχολείο αντιπαραθέτουν την αντίληψη για το ρόλο του εκπαιδευτικού ως διανοούμενου της κοινωνικής αλλαγής, που είναι καθοδηγητής των μαθητών του στον δύσκολο δρόμο της μόρφωσης και του αγώνα για την κοινωνική και πολιτική χειραφέτηση αλλά και τους βοηθά να αναμετρηθούν με τις κοινωνικές σχέσεις εξουσίας και να αλλάξουν τον εαυτό τους και τον κόσμο.
Είναι αυτονόητο ότι η αναγνώριση του επιστημονικού και κοινωνικού ρόλου του εκπαιδευτικού δεν μπορεί να συνυπάρχει με την έλλειψη μόνιμων διορισμών, τις ελαστικές σχέσεις απασχόλησης, τον διοικητισμό, την αξιολόγηση, την περιπλάνηση σε πολλές σχολικές μονάδες και τη διαρκή απειλή των απολύσεων και μετατάξεων. Προϋποθέτει ανθρώπους ελεύθερους, σε διαδικασία διαρκούς επιστημονικής επιμόρφωσης και αυτομόρφωσης, με αναγνώριση της παιδαγωγικής τους συμβολής σε μια κοινωνία αλληλεγγύης και ισότητας, όπου θα μπορούν να ζουν με αξιοπρέπεια με το μισθό τους, για να μπορούν να συμβάλλουν, με τη σειρά τους, στη μορφωτική ενδυνάμωση και χειραφέτηση της νέας γενιάς.
Η παραπάνω εκπαιδευτική πρόταση συγκρούεται με την καθημερινή μας πραγματικότητα, όχι τυχαία, αλλά από πρόθεση. Γιατί θέλει να την ανατρέψει κι όχι να τη διαχειριστεί. Γι’ αυτό είναι μια μάχιμη πρόταση κι όχι μια υπόθεση εργασίας. Γιατί η αντιμετώπιση του σήμερα και η αναζήτηση του αύριο του σχολείου, δεν είναι δυο διαδοχικές διαδικασίες, ούτε παράλληλες. Βαδίζουν αγκαλιά, αλληλοδιαπλέκονται και αλληλοτροφοδοτούνται. Η μια αναζητά εύφλεκτο υλικό στην άλλη, για να κτίσουν από κοινού τη νέα κοινωνική και εκπαιδευτική απελευθερωτική «ουτοπία» απέναντι στην καπιταλιστική «δυστοπία».
Λέμε ξανά ΟΧΙ στο φθηνό σχολείο, στην αδιοριστία, την κινητικότητα, την ελαστική εργασία, στον κυβερνητικό και κομματικό συνδικαλισμό, στη μετατροπή των δικαιωμάτων μας σε εξυπηρετήσεις.
Τετάρτη 22 Νοέμβρη: Γενική Συνέλευση (09:00) και εκλογές (13:00 έως 18:30)
ΑΓΩΝΙΣΤΙΚΗ ΣΥΣΠΕΙΡΩΣΗ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΩΝ
ΠΑΡΕΜΒΑΣΕΙΣ-ΚΙΝΗΣΕΙΣ-ΣΥΣΠΕΙΡΩΣΕΙΣ Π.Ε.
Βαρσόπουλος Βασίλης 9ο Δ. Σ. Νέας Ιωνίας
Δημοπούλου Κατερίνα 2ο Νηπιαγωγείο Ν. Ηρακλείου
Διαμαντάρα Ανθία (αναπλ.) 2ο Δ. Σ. Λυκόβρυσης
Κώτση Αγαθή 14ο Νηπιαγωγείο Ν. Ηρακλείου
Μπόζα Ελευθερία 3ο Δ. Σ. Νέας Ιωνίας